ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΗΣ ή ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ?


ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ, ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΜΙΑ ΑΝΑΓΚΗ…

Ο «ερασιτέχνης» κουβαλάει μια παρεξηγημένη εννοιολογική βαρύτητα.

Η λέξη αυτή γδέρνει τα αυτιά μας κάπως άγαρμπα, μιας και την έχουμε ταυτίσει με κάτι μη επαγγελματικό. Βλέπεις, η ταμπέλα του «επαγγελματία» μοστράρει ένα κύρος, μια γοητεία, ένα σεβασμό. Σε αντίθεση πάντα με τον «ερασιτέχνη» που η ιστορία που μπορεί να κουβαλάει στην πλάτη του πρέπει να τρέξει χιλιόμετρα για να αποδείξει το βάρος του φορτίου του. Αυτό το φορτίο λοιπόν προσωπικά το έχω μελετήσει πολύ στη ζωή μου και έχω μάθει να το αγαπώ.

Κάθε «ερασιτέχνη» που μπορεί να συναντούσα, πάντα τον παρατηρούσα πολύ και αν και δε φημίζομαι για την παρατηρητικότητα μου, εδώ έχω να σου πω ότι είναι αξιοθαύμαστο, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, το πώς κάποιος μπορεί να γίνει εραστής της τέχνης. Και αν μη τι άλλο, ένας εραστής έχει πάντα κάτι να σε διδάξει. Κυρίως να σε πάει ένα βήμα παραπέρα επειδή δουλεύει με «μεράκι». Και ξέρεις τι είναι αυτό που αγαπώ περισσότερο;

Ακόμα και αν δεν τα κάνει όλα σωστά έχει πάντα κρεμασμένο από το λαιμό του σα φυλαχτό το συναίσθημα. Από την άλλη, ο «επαγγελματίας» φαντάζει στα μάτια μου σαν ένας στυγνός δολοφόνος του. Όλα μηχανικά, σωστά κατευθυνόμενα και τις περισσότερες φορές στερούνται έλλειψης φαντασίας, δημιουργικότητας και όρεξης. Φυσικά όμως και έχει όλα τα υπόλοιπα «αστραφτερά» φόντα που ίσως ο «ερασιτέχνης» να χρειαστεί άπειρο χρόνο για να αποκτήσει. Όπως είναι η εμπειρία πάνω στο αντικείμενο που δραστηριοποιείτε. Η παραγωγικότητα, η εμπορική σκέψη και η αντίληψη του να προβλέπει οτιδήποτε μπορεί να τον βοηθήσει να κερδίσει χρόνο.

Και κάπου εδώ θα σου πω ότι αυτό είναι και για μένα η συγγραφή.

Ο εραστής της τέχνης, που έχει πάντα κάτι να σου πει είτε ψιθυριστά είτε βροντοφωνάζοντας.

Το «μεράκι» λοιπόν δε θα έπρεπε να είναι τίποτα περισσότερο από το ωραίο πάντρεμα των λέξεων της απλής γλώσσας με την ουσιαστική απόδοση του μηνύματος κάθε επίδοξου «ερασιτέχνη» ή «επαγγελματία» συγγραφέα. Δεν είμαι ιδίμονας, ούτε καν ειδικός για να μπορώ πολλές φορές να ξεχωρίσω αν ότι γράφω έχει τη δυναμική στο να είναι τεχνικά πάντα σωστό ή να αρέσει. Αυτό που βγαίνει όμως κατευθείαν από την καρδιά δε μπορεί να είναι και τόσο λάθος, έτσι δεν είναι;

Αγαπώ την απλότητα. Λατρεύω το «πλέξιμο» της εννοιολογικής σημασίας μεταξύ της απόδοσης των κειμένων σε απλή κατανοητή γλώσσα με ουσιαστικό υπόβαθρο. Τα ξεκάθαρα μηνύματα δηλαδή. Τη φιλοσοφία του να μπορεί να σε διαβάζει κάποιος γιατί ο τρόπος γραφής σου δεν αποτελεί ένα άπιαστο δυσκολοπροσβάσιμο αναγνωστικό όνειρο. Μου αρέσει η αμεσότητα. Και κάθε φορά που συναντώ και εγώ προσωπικά τέτοια κείμενα, νιώθω ότι έχω τον δημιουργό του κειμένου κάπου απέναντί μου και μου σφίγγει το χέρι κοιτώντας με στα μάτια και όχι επειδή αποτελεί μέρος των «δημοσίων σχέσεων» του.

Και η επιλογή μου αυτή είναι απόλυτα συνειδητή, αν αναλογιστεί κανείς ότι από παιδί διάβαζα ένα σορό σχετικά «δύσκολα» βιβλία για την ηλικία μου ξεκινώντας με ψυχολογία, παιδοψυχολογία, παραψυχολογία, βιβλία προσωπικής ανάπτυξης, επιχειρηματικής ανάπτυξης και στη λίστα των αγαπημένων μου είναι ο Ν. Καζαντζάκης και ο Ντοστογιέφσκι. Είχα αρχίσει να προβληματίζομαι με τις προσωπικές μου επιλογές, αλλά σχεδόν πάντα σε όλη αυτή την αναζήτηση επιζητούσα την απλότητα των κειμένων, των πρωταγωνιστών ή των ηρώων. Εκείνοι που δεν έδειχναν τέλειοι και που μέσα από την καθημερινότητα τους είχαν να καταθέσουν τα «αρνητικά» στοιχεία τους σα πολύτιμα πετράδια της ψυχής τους.

Η Γκεμίση Βούλα κατάγεται από την Καλαμπάκα Τρικάλων. Μεγάλωσε και ζει μόνιμα στη Σητεία Κρήτης. Ξεκίνησε ερασιτεχνικά την ενασχόληση της με τη συγγραφή μέσα από διαφορετικές κατηγορίες ιστοριών. Οι ιστορίες της αγαπήθηκαν πολύ γρήγορα από το κοινό και το πρώτο έντυπο βιβλίο της έρχεται με τίτλο «Λίγο Σεξ Ακόμη, Παρακαλώ!». Ακολουθεί το δεύτερο σε σειρά έντυπο βιβλίο της με τίτλο «Το Μυστικό Ενός Αγγέλου», μία σειρά από e-books, καθώς και δωρεάν διαθέσιμα μυθιστορήματα, διηγήματα & Short Stories.